Γιατί χρειαζόμαστε μια «κοινή» γεωργική πολιτική στην ΕΕ;
Η γεωργία είναι ένας τομέας ο οποίος στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε αντίθεση με τους περισσότερους άλλους τομείς που υπόκεινται σε εθνικές πολιτικές. Είναι σημαντικό να έχουμε μια δημόσια πολιτική για έναν τομέα που εγγυάται την ασφάλεια των τροφίμων μας, διαδραματίζει καίριο ρόλο στη χρήση των φυσικών πόρων και στην οικονομική ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών.
Οι στόχοι αυτοί είναι κοινοί για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και κανένας από αυτούς δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη χρηματοδοτική στήριξη της γεωργίας και των αγροτικών περιοχών.
Πρέπει λοιπόν να λαμβάνονται μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να διασφαλίζονται ισότιμοι όροι και ένα κοινό σύνολο στόχων, αρχών και κανόνων. Επιπλέον, με τη θέσπιση μιας κοινής γεωργικής πολιτικής αξιοποιούνται επίσης καλύτερα οι δημοσιονομικοί πόροι απ’ ό,τι με την ύπαρξη πολλών διαφορετικών εθνικών πολιτικών.
Εκτός από τη διαχείριση της ενιαίας αγοράς της ΕΕ, μεταξύ των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν σε διεθνές επίπεδο συγκαταλέγονται οι εξής: συνοχή μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών, αντιμετώπιση των διασυνοριακών περιβαλλοντικών προβλημάτων και παγκόσμιων προκλήσεων όπως η κλιματική αλλαγή, η διαχείριση των υδατικών πόρων, η βιοποικιλότητα, η υγεία και καλή μεταχείριση των ζώων, η ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών, η υγεία των φυτών και η δημόσια υγεία, καθώς και η προάσπιση των συμφερόντων των καταναλωτών.
Γιατί οι γεωργοί χρειάζονται χρηματοδότηση από το Δημόσιο;
Αντίθετα με την αντίληψη που υπάρχει σε ορισμένες χώρες, δεν χορηγούνται υπέρογκα ποσά στη γεωργία. Ο χρόνος και τα χρήματα που επενδύουν οι γεωργοί στη δουλειά τους υπάρχει πάντα περίπτωση να πάνε χαμένα λόγω οικονομικών, υγειονομικών και καιρικών συνθηκών που αυτοί δεν μπορούν να ελέγξουν. Η ενασχόληση με τη γεωργία προϋποθέτει μεγάλη επένδυση, τόσο σε ανθρώπινους όσο και σε οικονομικούς πόρους, και αποδίδει μόνον ύστερα από μήνες, καμιά φορά ακόμη και χρόνια, ενώ επηρεάζεται συνεχώς από εξωτερικούς παράγοντες.
Η στήριξη του εισοδήματος των γεωργών εξασφαλίζει τη συνέχιση της παραγωγής τροφίμων σε όλη την ΕΕ και αντισταθμίζεται με την παροχή δημόσιων αγαθών που έχουν μηδενική αγοραία αξία: περιβαλλοντική προστασία, καλή μεταχείριση των ζώων, ασφαλή τρόφιμα υψηλής ποιότητας κ.λπ.
Τα εν λόγω «δημόσια αγαθά» έχουν ακόμη μεγαλύτερη σημασία διότι τα πρότυπα που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο. Αυτό καθιστά την παραγωγή τροφίμων στην Ευρώπη πιο ακριβή απ’ ό,τι σε χώρες που δεν εφαρμόζουν τόσο αυστηρά πρότυπα.
Χωρίς δημόσια στήριξη, οι γεωργοί της Ευρώπης δεν θα μπορούσαν να ανταγωνίζονται τους γεωργούς άλλων χωρών και παράλληλα να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των ευρωπαίων καταναλωτών. Πέραν τούτου, καθώς η κλιματική αλλαγή γίνεται ολοένα πιο αισθητή, το κόστος της βιώσιμης γεωργίας θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Πόσο κοστίζει η ΚΓΠ στους φορολογουμένους;
Η ΚΓΠ κοστίζει σε κάθε Ευρωπαίο πολίτη κατά μέσο όρο 30 περίπου λεπτά την ημέρα. Το 2011 αντιπροσώπευε το 43% του ετήσιου προϋπολογισμού της ΕΕ, ήτοι 58 δισεκατ. ευρώ. Το μερίδιό της έχει μειωθεί από το 1984, όταν ήταν 72%, ενώ οι διαδοχικές διευρύνσεις της ΕΕ από το 1992 είχαν ως αποτέλεσμα να διπλασιαστεί ο αριθμός των γεωργών.
Στην πραγματικότητα, το ποσοστό των δαπανών για την ΚΓΠ είναι μικρότερο από το 1% των συνολικών δημοσίων δαπανών όλων των κρατών μελών της ΕΕ μαζί. Οι δημόσιες δαπάνες για τη γεωργία στην ΕΕ καλύπτονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κάτι που δεν συμβαίνει σε κανέναν άλλον τομέα της οικονομίας. Συγκριτικά, τα κράτη μέλη της ΕΕ δαπανούν τρεις φορές περισσότερα για την άμυνα.
Γιατί περίπου το 40 % του προϋπολογισμού της ΕΕ δαπανάται για τη γεωργία και όχι για άλλους τομείς;
Η γεωργία είναι ο μόνος τομέας που χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι οι δαπάνες της ΕΕ αντικαθιστούν τις δαπάνες των κρατών μελών. Άλλοι τομείς, όπως η έρευνα, η εκπαίδευση, οι μεταφορές, η άμυνα, οι συντάξεις και η υγειονομική περίθαλψη, είτε δεν περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της ΕΕ είτε καταλαμβάνουν πολύ μικρότερο μερίδιο. Χρηματοδοτούνται αποκλειστικά ή κυρίως από τους εθνικούς προϋπολογισμούς και εφαρμόζονται από τα ίδια τα κράτη μέλη.
Ως αντιστάθμισμα, η ΚΓΠ εξασφαλίζει στους Ευρωπαίους αξιόπιστο και ικανοποιητικό εφοδιασμό με τρόφιμα υψηλής ποιότητας, καθώς και ένα υγιεινό περιβάλλον και μοναδική ύπαιθρο.
Πώς χρηματοδοτείται η ΚΓΠ;
Τα κονδύλια για την ΚΓΠ προέρχονται από τον γενικό προϋπολογισμό της ΕΕ. Οι δαπάνες για την αγροτική ανάπτυξη χρηματοδοτούνται από κοινού από τα κράτη μέλη και την ΕΕ.
Ο προϋπολογισμός της ίδιας της Ένωσης χρηματοδοτείται κυρίως από τους «ιδίους πόρους» που έχει στη διάθεσή της: τελωνειακούς δασμούς, εισφορές, ΦΠΑ και πόρους με βάση το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα (ΑΕΕ) των κρατών μελών.
Ποιοι είναι οι δικαιούχοι και πόσα χρήματα παίρνουν;
Από το 2009 και μετά, κάθε κράτος μέλος πρέπει να δημοσιεύει έναν κατάλογο με όλους τους δικαιούχους πληρωμών στο πλαίσιο της ΚΓΠ, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η υποχρέωση λογοδοσίας. Ωστόσο, μετά την ένσταση που κατέθεσαν γερμανοί γεωργοί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η υποχρέωση δημοσίευσης όλων των προσωπικών στοιχείων των δικαιούχων ενισχύσεων καταργήθηκε το 2010 για λόγους παραβίασης των προσωπικών δεδομένων. Πιο συγκεκριμένα, το Δικαστήριο ζήτησε να μην δημοσιεύονται πλέον τα ονοματεπώνυμα των δικαιούχων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξακολουθεί να δεσμεύεται για την αρχή της διαφάνειας και, συνεπώς, πρότεινε νέους κανόνες που λαμβάνουν υπόψη τα επιχειρήματα του Δικαστηρίου. Η μεταρρύθμιση του Ιουνίου 2013 επανέφερε την υποχρέωση διαφάνειας, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της αναλογικότητας που έθεσε το Δικαστήριο. Ειδικότερα, οι μικροί γεωργοί – οι οποίοι λαμβάνουν πολύ περιορισμένα ποσά – δεν θα επηρεαστούν.
Είμαι φορολογούμενος αλλά όχι γεωργός. Μπορώ να επωφεληθώ από την ΚΓΠ;
Ήδη επωφελείστε! Όταν η ΕΕ στηρίζει τους γεωργούς της, επωφελείται το σύνολο της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Ο εφοδιασμός σε τρόφιμα είναι εξασφαλισμένος σε προσιτές τιμές. Η μέση ευρωπαϊκή οικογένεια ξοδεύει το 15% του προϋπολογισμού της σε τρόφιμα, δηλαδή το μισό του ποσοστού που δαπανούσε το 1960.
Στηρίζοντας βιώσιμες γεωργικές πρακτικές μέσω της ΚΓΠ, συμβάλλουμε στην προστασία του περιβάλλοντός μας, καθώς και της πλούσιας και ποικιλόμορφης υπαίθρου μας και της διατροφής μας.
Τι πέτυχαν οι τελευταίες μεταρρυθμίσεις;
Οι πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ ξεκίνησαν το 1992 και εντάθηκαν το 2003 όταν καταργήθηκε η σύνδεση των επιδοτήσεων με την παραγωγή. Αυτό σημαίνει ότι οι γεωργοί δεν είναι πλέον υποχρεωμένοι να καλλιεργούν τη γη με μόνο στόχο τις επιδοτήσεις και να παράγουν τρόφιμα που κανείς δεν θέλει να αγοράσει. Οι γεωργοί μπορούν τώρα να ανταποκρίνονται στη ζήτηση των αγορών και των καταναλωτών, να αναζητούν νέες κερδοφόρες αγορές και να διερευνούν νέες δυνατότητες.
Σήμερα οι γεωργοί λαμβάνουν εισοδηματική στήριξη, υπό τον όρο ότι φροντίζουν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις τους και τηρούν τα πρότυπα ασφαλείας, προστασίας του περιβάλλοντος και καλής μεταχείρισης των ζώων. Εάν αυτό δεν συμβαίνει, οι ενισχύσεις που λαμβάνουν είναι μικρότερες.
Η νέα ΚΓΠ λαμβάνει περισσότερο υπόψη την πραγματικότητα ενός ανοιχτού κόσμου και ο ΠΟΕ θεωρεί ότι το 90% των άμεσων ενισχύσεων δεν επιφέρει στρεβλώσεις στο εμπόριο.
Τώρα που οι ενισχύσεις προς τους γεωργούς δεν συνδέονται πλέον με την παραγωγή, οι γεωργοί μπορούν να εξακολουθήσουν να απολαμβάνουν ως έναν βαθμό μια εισοδηματική ασφάλεια, ενώ παράλληλα είναι ελεύθεροι να ανταποκρίνονται στα μηνύματα της αγοράς.
Τα εργαλεία αγοράς που διαθέτει η ΚΓΠ (όπως οι κρατικές παρεμβάσεις) έχουν αναπροσαρμοστεί, ώστε να λειτουργούν ως πραγματικό δίχτυ ασφάλειας χωρίς να παρεμποδίζουν τα συνήθη σήματα που εκπέμπει η αγορά. Τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης βοηθούν τους γεωργούς να αναδιαρθρώνουν τις εκμεταλλεύσεις τους και να φροντίζουν το περιβάλλον, γεγονός που συμβάλλει στην ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών.
Γιατί πρέπει να στηρίζουμε τους γεωργούς αφού οι τιμές των τροφίμων είναι υψηλές;
Οι τιμές παραγωγού συνιστούν σχετικά μικρό μέρος των τιμών που καταβάλλουν οι καταναλωτές για τα τρόφιμα που αγοράζουν. Το κόστος των σιτηρών αντιστοιχεί στο 5% μόνον της τιμής μιας φραντζόλας. Η αύξηση των τιμών σε επίπεδο καταναλωτή δεν σημαίνει κατ΄ανάγκη αύξηση των εισοδημάτων για τους γεωργούς, ειδικότερα λόγω του ότι οι γεωργοί αντιμετωπίζουν, επίσης, αύξηση του κόστους παραγωγής τους. Ολοένα και περισσότερο, οι γεωργοί είναι υπερβολικά ευάλωτοι στις όλο και πιο συχνές και ακραίες διακυμάνσεις της αγοράς και διακυμάνσεις των τιμών. Τα τελευταία χρόνια, οι ενεργειακοί λογαριασμοί των γεωργικών εκμεταλλεύσεων αυξήθηκαν κατά 223% και η τιμή των λιπασμάτων κατά 163%. Οι τιμές των γεωργικών προϊόντων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 50%.
Μήπως ευθύνονται τα βιοκαύσιμα για την αύξηση της τιμής των τροφίμων;
Οι διαθέσιμες έρευνες δείχνουν ότι η παραγωγή βιοκαυσίμων στην ΕΕ δεν διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση των τιμών των τροφίμων. Μόνον το 1 % των δημητριακών της ΕΕ χρησιμοποιείται για την παραγωγή αιθανόλης. Γύρω στα 2/3 της ευρωπαϊκής παραγωγής ελαιοκράμβης χρησιμοποιούνται στην παραγωγή βιοντίζελ, αλλά η παραγωγή ελαιοκράμβης στην ΕΕ ισοδυναμεί μόλις με το 2 % της παγκόσμιας ζήτησης. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να επενδύσουμε στα βιοκαύσιμα 2ης και 3ης γενιάς.
Πώς επηρεάζει η γεωργία το περιβάλλον;
Η γεωργία μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία και τη διατήρηση ενός βιώσιμου περιβάλλοντος, αλλά μπορεί και να δημιουργήσει κινδύνους για το περιβάλλον. Η κοινή γεωργική πολιτική διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην επίτευξη μιας ισόρροπης κατάστασης, και ο ρόλος αυτός θα γίνει ακόμη πιο καθοριστικός τα επόμενα χρόνια.
Πώς συμβάλλει η ΚΓΠ στην προστασία του περιβάλλοντος;
Με τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ που εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2013, κάθε κράτος μέλος, κάθε περιοχή, κάθε γεωργός θα συμβάλει στην πρόκληση της βιωσιμότητας και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, με μέτρα απλά που έχουν διαπιστωμένα θετικό αντίκτυπο. Μεταξύ των ετών 2014 και 2020 θα επενδυθεί ποσό άνω των 100 δισεκ. ευρώ το οποίο θα συνδράμει τη γεωργία στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της ποιότητας του εδάφους και των υδάτων, της βιοποικιλότητας και της κλιματικής αλλαγής, χάρη στα ακόλουθα μέσα:
- «Περιβαλλοντικός προσανατολισμός»: 30% των άμεσων ενισχύσεων θα συνδέονται με την τήρηση τριών επωφελών για το περιβάλλον γεωργικών πρακτικών: διαφοροποίηση των καλλιεργειών, διατήρηση μόνιμων βοσκοτόπων και διατήρηση του 5%, και στη συνέχεια του 7%, περιοχών οικολογικής εστίασης από το 2018, ή λήψη μέτρων που κρίνονται τουλάχιστον ισοδύναμα όσον αφορά τα οφέλη τους για το περιβάλλον.
- Τουλάχιστον το 30% του προϋπολογισμού των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης θα πρέπει να διατεθεί σε γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα, σε ενισχύσεις προς τη βιολογική γεωργία ή σε έργα που συνδέονται με επενδύσεις ή μέτρα καινοτομίας ευνοϊκά για το περιβάλλον.
- Τα γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα θα ενισχυθούν. Θα πρέπει να είναι συμπληρωματικά των πρακτικών που υποστηρίζονται στο πλαίσιο του περιβαλλοντικού προσανατολισμού. Τα προγράμματα αυτά θα πρέπει να είναι πιο φιλόδοξα και κατά συνέπεια πιο αποτελεσματικά όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος (εγγύηση κατά της διπλής χρηματοδότησης).
Τι κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση υπέρ της βιολογικής γεωργίας;
Η βιολογική γεωργία σέβεται τους φυσικούς κύκλους των φυτών και των ζώων. Προστατεύεται από αυστηρούς κανόνες όσον αφορά την παραγωγή που καθορίζονται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς και από κανόνες σχετικά με τη σήμανση και την ιχνηλασιμότητα, οι οποίοι αποβλέπουν στη διασφάλιση της ποιότητας και της αυθεντικότητας των βιολογικών προϊόντων, ανεξαρτήτως της χώρας προέλευσής τους.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ δημιούργησε έναν ειδικό ευρωπαϊκό λογότυπο για τα βιολογικά προϊόντα που πληρούν τα πρότυπα βιολογικής παραγωγής της ΕΕ. Οι γεωργοί και οι παραγωγοί βιολογικών τροφίμων υπόκεινται σε αυστηρή διαδικασία πιστοποίησης πριν αποκτήσουν το δικαίωμα χρήσης του λογοτύπου αυτού.
Στο πλαίσιο των δικών τους προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, τα κράτη μέλη της ΕΕ μπορούν να παρέχουν συγκεκριμένη στήριξη προς συμβατικούς γεωργούς που επιθυμούν να στραφούν στη βιολογική γεωργία. Η δυνατότητα αυτή θα είναι μεγαλύτερη μετά το 2013, δεδομένου ότι στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης προβλέπεται συγκεκριμένη ενίσχυση για τη βιολογική γεωργία καθώς και η δυνατότητα να λαμβάνουν ενίσχυση τόσο οι γεωργοί που στρέφονται προς τη βιολογική γεωργία όσο και αυτοί που ήδη ασχολούνται με αυτή.
Η ΚΓΠ καλύπτει και τη δασοκομία;
H ΚΓΠ δεν καλύπτει την εμπορική δασοκομία, αλλά αναγνωρίζει τα οφέλη της σωστής διαχείρισης των δασικών εκτάσεων για την ύπαιθρο και τη βιοποικιλότητα. Γι’ αυτό στηρίζει τους γεωργούς που επιθυμούν να αναδασώσουν μέρος της γεωργικής γης τους.
Είναι η Ευρώπη ανοικτή στις εισαγωγές τροφίμων;
Η ΕΕ έχει προβεί σε πολλές ενέργειες τα τελευταία 20 χρόνια προκειμένου να ανοίξει την αγορά της. Πάνω από τα 2/3 των γεωργικών της εισαγωγών προέρχονται από αναπτυσσόμενες χώρες. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το σύνολο των αντίστοιχων ποσοστών ΗΠΑ, Αυστραλίας, Ιαπωνίας, Καναδά και Νέας Ζηλανδίας. Χάρη στις διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί με πολλές τρίτες χώρες, οι δασμοί για τις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων στην ΕΕ είναι χαμηλοί και οι 50 φτωχότερες χώρες του κόσμου μπορούν να εξάγουν απεριόριστες ποσότητες στην ΕΕ χωρίς δασμούς και ποσοστώσεις.
Μήπως πρέπει να υψώσουμε νέα εμπόδια στις εισαγωγές, ώστε να προστατεύσουμε τους γεωργούς και τα τρόφιμά μας;
Αν υψώσουμε εμείς εμπόδια, το ίδιο θα κάνουν και οι εμπορικοί μας εταίροι. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Ευρώπης βρίσκεται στην παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων υψηλής αξίας. Οι αγορές αναπτυσσόμενων χωρών, όπως η Κίνα και η Ινδία, προσφέρουν τεράστιες ευκαιρίες για επέκταση προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο καλύτερος τρόπος διασφάλισης της επισιτιστικής ασφάλειας είναι να διατηρηθεί ένα υγιές αμφίδρομο εμπόριο με τους εταίρους μας. Η καλύτερη προστασία για τους γεωργούς μας είναι να τους επιτρέπουμε να λειτουργούν με συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού στην παγκόσμια αγορά εξασφαλίζοντάς τους ένα σταθερό εισόδημα. Αυτό ακριβώς κάνει σήμερα η ΚΓΠ.
Η ΚΓΠ και οι αναπτυσσόμενες χώρες
Πριν από 20 χρόνια, η ΕΕ δαπανούσε 10 δισ. ευρώ ετησίως σε εξαγωγικές επιδοτήσεις. Το 2011, οι επιδοτήσεις αυτές αντιπροσώπευαν περίπου 160 εκατομμύρια ευρώ. Οι επιδοτούμενες εξαγωγές αφορούν κυρίως τις χώρες της λεκάνης της Μεσογείου και την υπόλοιπη Ευρώπη. Ένα μικρό μόνον μέρος των επιδοτούμενων προϊόντων φθάνει στην αφρικανική αγορά.
Από το 2014, συμφωνήθηκε ότι ο μηχανισμός των εξαγωγικών επιδοτήσεων θα πρέπει να ενεργοποιείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Είναι αλήθεια ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες αντλούν οφέλη από τις εμπορικές παραχωρήσεις της ΕΕ;
Η ΕΕ έχει συνάψει προτιμησιακές δασμολογικές συμφωνίες με πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Σε αυτές χορηγεί μεγαλύτερη βοήθεια που συνδέεται με το εμπόριο απ’ ό,τι σε όλες τις άλλες χώρες του κόσμου μαζί. Την τελευταία τριετία, το ύψος της βοήθειας αυτής ανερχόταν σε 1 δισ. ευρώ ετησίως.
Η ΕΕ απορροφά το 71 % των γεωργικών εξαγωγών των αναπτυσσόμενων χωρών (συνολικής αξίας 59 δισ. ευρώ την περίοδο 2008-2010), ποσοστό μεγαλύτερο απ΄αυτό των ΗΠΑ, του Καναδά, της Ιαπωνίας, της Νέας Ζηλανδίας και της Αυστραλίας μαζί. Οι εισαγωγές της ΕΕ από την Αφρική και μόνον ανέρχονται σε περισσότερα από 12 δισ. ευρώ (το 15 % όλων των εισαγωγών της ΕΕ). Το ένα τρίτο περίπου των εξαγωγών των αναπτυσσόμενων χωρών προορίζεται για την ΕΕ.
Ποια είναι η στάση της ΕΕ όσον αφορά το εμπόριο με τις αναπτυσσόμενες χώρες;
Η ΕΕ τάσσεται υπέρ της θέσπισης εμπορικών κανόνων σε πολυμερή βάση, οι οποίοι θα είναι ωφέλιμοι για όλους και ιδιαίτερα για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θεωρεί ότι οι ανεπτυγμένες χώρες πρέπει να προβούν σε μεγαλύτερες και ταχύτερες μειώσεις των δασμών σε σχέση με τις αναπτυσσόμενες χώρες.