Οι διαπραγματεύσεις ήταν επίπονες και συνεχίστηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή. Πολλές φορές η Διάσκεψη του Μόντρεαλ φαινόταν να εγκλωβίζεται σε αδιέξοδο. Τελικά, μετά από δύο εβδομάδες διαβουλεύσεων, οι εκπρόσωποι των περίπου 200 χωρών κατέληξαν σε μία συμφωνία, που θέτει υπό καθεστώς προστασίας το 30% της επιφάνειας της γης και των ωκεανών, το οποίο θεωρείται σημαντικό για τη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας. Παράλληλα θα καταβληθεί προσπάθεια, ώστε να αποκατασταθούν παλαιότερα οικοσυστήματα. Όλα αυτά μέχρι το 2030. «30 μέχρι το 30» ήταν το σύνθημα για μία ιστορική δέσμευση, που αναμένεται να γίνει πραγματικότητα στα επόμενα χρόνια.
«Η συμφωνία του Μόντρεαλ για τη βιοποικιλότητα είναι η μεγαλύτερη συμφωνία στην ιστορία για την προστασία της γης, αλλά και της θάλασσας», λέει ο Μπράιαν Ο’ Ντόνελ, επικεφαλής της οικολογικής οργάνωσης Campaign for Nature. «Αυτή η ρηξικέλευθη συμφωνία μάς κάνει να ελπίζουμε ότι η προστασία του περιβάλλοντος κερδίζει επιτέλους την προσοχή και τη σημασία που της αρμόζει». Επιπλέον, η συμφωνία προβλέπει μείωση της χρήσης λιπασμάτων στην αγροτική παραγωγή, καταπολέμηση των εισβλητικών («χωροκατακτητικών») ειδών που απειλούν τα οικοσυστήματα και αναγνώριση των δικαιωμάτων των αυτόχθονων λαών, οι οποίοι λειτουργούν και ως φύλακες του φυσικού περιβάλλοντος.
«Οδηγός για τις επόμενες γενιές»
Παράλληλα οι συμμετέχοντες στη Διάσκεψη του Μόντρεαλ, την αποκαλούμενη «COP 15 Βιοποικιλότητα», συμφώνησαν να καταργήσουν κρατικές επιδοτήσεις συνολικού ύψους 500 δισεκατομμυριων δολαρίων, που θεωρούνται επιβλαβείς για το περιβάλλον. Την ίδια στιγμή διαθέτουν περισσότερα χρήματα για να προστατευθούν τα απειλούμενα είδη. «Γράφουμε ιστορία» , δηλώνει ο Επίτροπος της ΕΕ για το Περιβάλλον, τους Ωκεανούς και την Αλιεία, Βιργκίνιους Σινκεβίκιους. Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, υποστηρίζει ότι «για την προστασία, την αποκατάσταση και τη βιώσιμη αξιοποίηση της φύσης η διεθνής κοινότητα διαθέτει πλέον έναν οδικό χάρτη, που αποτελεί σημείο αναφοράς για τις σημερινές, αλλά και τις επόμενες γενιές». Ο Καναδός υπουργός Περιβάλλοντος, Στίβεν Γκιλμπόλ, συγκρίνει τη Συμφωνία του Μόντρεαλ με τη Συνθήκη των Παρισίων για το Κλίμα το 2015.
Χωρίς βιοποικιλότητα δεν υπάρχει ευημερία
Η καταστροφή της βιοποικιλότητας λόγω παρεμβάσεων του ανθρώπου στο περιβάλλον θεωρείται μία από τις κύριες αιτίες για την αφανισμό πολλών ειδών. Εκτιμάται ότι αν συνεχιστεί αυτή η τάση, το 75% των σημερινών ζώων και φυτών ίσως εξαφανιστούν από τη γη στους επόμενους αιώνες. Σημειώνεται μάλιστα ότι αφανίζονται, μεταξύ άλλων, πολλά φυτά που θεωρούνται φυσικές αποθήκες διοξειδίου του άνθρακα. Ο Ο’Ντόνελ υποστηρίζει ότι «εάν υλοποιηθεί αποτελεσματικά η συμφωνία του Μόντρεαλ, θα διαφυλαχθούν εκατομμύρια είδη πανίδας, όπως οι ρινόκεροι, οι χελώνες, οι τάρανδοι, τα δελφίνια, οι πεταλούδες και πολλά άλλα». Προς το παρόν βρίσκονται υπό καθεστώς προστασίας μόνο το 17% των χερσαίων εκτάσεων και το 10% των ωκεανών, ενώ κινδυνεύουν με εξαφάνιση πολλά είδη εντόμων. Ως κύρια απειλή για τα έντομα οι ειδικοί αναφέρουν την υπερεντατική χρήση λιπασμάτων, την αστικοποίηση με παράλληλη αποψίλωση των δασών, αλλά και την εισβολή νέων ειδών, καθώς και την κλιματική αλλαγή.
Όπως συμβαίνει πολλές φορές, η συμφωνία παρά λίγο να χαλάσει στο …οικονομικό κομμάτι. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, που διαθέτουν σήμερα τα περισσότερα πολύτιμα οικοσυστήματα, απαιτούσαν από τις πλούσιες βιομηχανικές χώρες τεράστια οικονομική υποστήριξη. Κύριο αίτημα της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Ινδονησίας και πολλών αφρικανικών χωρών ήταν η σύσταση ενός Παγκόσμιου Ταμείου Βιοποικιλότητας, το οποίο θα χρηματοδοτείται κάθε χρόνο με τουλάχιστον 100 δις δολάρια ή 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Όμως οι πλούσιες χώρες δήλωναν διατεθειμένες να συνεισφέρουν το πολύ 10 δις ευρώ, ενώ η ΕΕ απέρριπτε εξ αρχής την ιδέα ενός νέου ταμείου.
Τελικά βρέθηκε μία συμβιβαστική λύση, η οποία προβλέπει ότι δεν ιδρύεται νέο ταμείο, αλλά ένα «παράρτημα», στα πλαίσια του ήδη υφιστάμενου Παγκόσμιου Ταμείου για το Περιβάλλον, στο οποίο οι πλούσιες χώρες διαθέτουν από το 2025 συνολικά 20 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, με προοπτική να αυξήσουν τη χρηματοδότηση στα 30 δις από το 2030. Τα ποσά αυτά θα προέρχονται όχι μόνο από κρατικούς, αλλά και από ιδιωτικούς πόρους. Οικολογικές οργανώσεις επικρίνουν το ότι δεν ορίζονται από τώρα οι προτεραιότητες της χρηματοδότησης, ούτε καθιερώνονται δεσμευτικά όρια για την προστασία της βιοποικιλότητας. Ενώ, για παράδειγμα, αναφέρεται ότι μέχρι το 2050 θα πρέπει να μειωθεί κατά 90% η θνησιμότητα σε απειλούμενα από τον άνθρωπο είδη πανίδας, δεν διευκρινίζεται ποιες δράσεις κρίνονται απαραίτητες, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος.
Το πρόβλημα των επιδοτήσεων
Μείζον ζήτημα στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ήταν και οι κρατικές επιδοτήσεις που θεωρούνται επιβλαβείς για το περιβάλλον και υπολογίζονται σε 1.8 δις δολάρια ετησίως. Το μεγαλύτερο κομμάτι αφορά την επιδότηση της βενζίνης ή της κηροζίνης, ενώ ακολουθούν οι επιδοτήσεις για την αγροτική παραγωγή. Τελικά οι συμμετέχοντες στη Διάσκεψη του Μόντρεαλ συμφώνησαν να καταργήσουν ή να «αναμορφώσουν» επιδοτήσεις ύψους 500 δις δολαρίων. «Τώρα όμως αρχίζει το δύσκολο κομμάτι της συμφωνίας», προειδοποιεί η Λίνα Μπαρέρα, αντιπρόεδρος της ΜΚΟ Conservation International. «τώρα πρέπει να υλοποιήσουμε κιόλας όλα αυτά που συμφωνήσαμε στο Μοντρεαλ».
Πηγή: DW